υδροσυλλέκτης

υδροσυλλέκτης
ο, Ν
τμήμα τής ατμομηχανής, όπου συγκεντρώνονται τα σταγονίδια νερού τα οποία αναπτύσσονται μέσα στους ατμοκυλίνδρους ή στους ατμαγωγούς σωλήνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο)-* + συλλέκτης. Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στον Σ. Κριτσελή].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ποταμίτης — ὁ, Α 1. αυτός που ανευρίσκει νερό, ο υδροσυλλέκτης 2. εργάτης στην επιστασία τού Νείλου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποταμός + επίθημα ίτης (πρβλ. σελην ίτης)] …   Dictionary of Greek

  • σεντίνα — η, Ν 1. ναυτ. α) το εσωτερικό κατώτερο μέρος τού σκάφους, από την καρίνα μέχρι το χαμηλότερο δάπεδο, μέσα στο οποίο συγκεντρώνονται τα νερά που προέρχονται από τη διαρροή και την εφίδρωση τού σκάφους, καθώς και τα νερά και τα υγρά διαρροής από το …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”